Θα ξαναπαίξω την ίδια σκηνή
Σκηνοθέτης της δυστυχίας,σκηνοθέτης της μνήμης.
Τρέλα,αηδία,ντροπή.
Τι περίεργο πράγμα…
Το χέρι τρέφεται και μηχανικά οδηγείται απ’την ανάμνηση.
Δάκρυα πάνω στο χαρτί.
Ο προιστάμενος,στάση ψυχρή,έκρινε σκόπιμο να το ανακοινώσει ευθέως.
Άραγε είχε κάνει πρόβες πριν;
Μας πήραν τηλέφωνο,ο αδερφός σου σκοτώθηκε σε τροχαίο.
Ασυνείδητα ΄,εντελώς στιγμιαία,χρησιμοποιώντας μια φράση βγαλμένη απ’τον κόσμο της έβδομης τεχνης παρά απ’το στόμα αδερφού…
Εχετε διασταυρώσει την πληροφορία;
Βεβαίως.
Με περίσσια ψυχραιμία έστρεψα δεξιά και πήγα να πάρω τηλεφωνο.
Τρία…τέσσερα…ίσως πέντε βήματα…κι ένα βρώμικο παιχνίδι
του μυαλού.
Ποιος απ’τους δυο αδερφός μου;
Αυτός; Ή ο άλλος…;
‘Όχι αυτός!
Καλύτερα ο άλλος!!
Ανάξιος αδερφός;Εγώ;
Όχι!!!
Απλά δέσμιος της σκέψης…Όπως όλοι.
Ανίκανος να συγκρατήσω τα δάκρυα,και τότε και τώρα.
Κατήγορος του ίδιου μου του εαυτού.
Κατηγορούμενος της φαντασίας.
Συνάμα δικαστής.
Ταχεία απόφαση: Ένοχος…
Ένοχος για τι ακριβώς;
Μονάχα εσύ ξέρεις
Ένοχο μυστικό,κλειδωμένο και το κλειδί πεταμένο στο σύμπαν…
Απόψε τύψεις.
Φωνές υπόκωφες απ’το υπερπέραν.
Ένοχος…δικάζεσαι να κουβαλάς για πάντα αυτή την οδυνηρή ανάμνηση.
…κρατιέμαι απ’την κουπαστή της σκάλας,
τα ποδια τρέμουν,δεν τα ορίζω…,
Γιατί τα ξαναγράφω όλα αυτά;
Θέλω να σκίσω τα χαρτιά.
Δεν έχει νόημα.
Μνήμη αδίστακτη!
Βαρύ φορτίο αέναων συναισθημάτων
Όσες φορές κι αν προσπαθώ να τα αποτυπώσω στο χαρτί πάντα θ’απέχουν…
Αφήνω την κουπαστή και πιάνω το τηλεφωνο.
Τα ψηφία θολά,δυσδιάκριτα…
Με κόπο…δύο…έξι…πέντε…ένα…διακοπή κλήσης!
Θέλει να τα’χεις πολλά κιλά για να πάρεις τη μάνα σου και τον πατέρα σου.
Να ρωτήσεις τι;
Ποιος απ’τους δυο σκοτώθηκε;
Κι αν καταλάβουν;κι αν σε κατηγορήσουν, τι θα πεις;
Μπορεις να σταθείς ψύχραιμος και να μην καταρρέυσεις;
Ας πάρεις καλύτερα ένα ξάδερφο…
Μόλις άκουσε τη φωνή σου άρχισε το παραλληρημα.
‘’…τον σκότωσε…ο αλήτης…ο φονιάς…κτλ.’’
Πού να θυμάσαι τι ακριβώς είπε…τι περιείχε αυτό το κτλ;
Μήπως θυμάσαι επιλεκτικά;
Μπα!απλώς δεν θυμάσαι…
Μπά!!ΌΛΑ τα θυμάσαι…
Μήπως γράφεις επιλεκτικά;
Αυτό το ξέρεις μονάχα εσύ!!!
‘’Τον σκότωσε…ο αλήτης…ο φονιάς…’’
Κι εσύ ψιθυριστά: …ποιον…;
Δεν μπορείς ούτε τα ονόματα να σκεφτείς…
‘’Το Χρήστο…’’
Ούτε να το γράψεις δεν μπορείς…κι ας περάσαν σχεδόν δέκα χρόνια!!
Κι η μανα…
Πηγαινοερχόταν μέσα-έξω,μια στο νεκροκρέβατο,μια να πάρει αέρα…
Κι ηγιαγια της φώναζε:έλα μέσα να κάτσεις δίπλα στο παιδί…
Δεν μπορώ να τον βλέπω…δεν είναι αυτός ο χρηστάκης μου…
Ξανά η σκληρή γιαγιά που’χε περάσει τόσα και ΄τοσα,που’χε δει ένα σωρο αδικοσκοτωμένους:’’Τι λες μωρή;Έλα μέσα…’’
Ένοχη…
…ένοχη γιατι δεν μπορούσε να δει το παραλλαγμένο πρόσωπο του γιού της…
…ένα μάτσο κοκκαλα ,σπασμενη γνάθος,σπασμένο κρανίο,γαζες παντου να κρύψουν τα άπειρα ραμματα.,μώλωπες ακόμη και στο λιγοστό γυμνό από τις γάζες πρόσωπο,αγνώριστος…
κι ο πατερας …
ένοχος κι αυτός γιατί σου’λεγε ψευτικα λόγια για να σ’εμψυχώσει,
Όλοι ένοχοι…
Ένοχοι για τις τυπικές χαιρετούρες,ένοχοι γιατι νοιάζονταν για το πρωτόκολλο…
Ολοι ένοχοι ανεξαιρέτως.
Ένοχος κι ο ίδιος ο θεός...άθεε!!!